Δείτε προσεκτικά αυτόν εδώ το χάρτη. Σας λέει κάτι; Σας θυμίζει κάτι; Προφανώς όχι. Αν σας πω ότι ανήκει στην Ιταλία; Μήπως τώρα τα πράγματα είναι πιο εύκολα;
Οκ, δε θα παίξω άλλο με τα νεύρα σας. Αυτή είναι η νήσος Σαρδηνία, βρίσκεται δυτικά της Ιταλίας, στα νότιοανατολικά βλέπει προς Σικελία, βόρεια προς Κορσική. Στα 24.000 τ.χλμ κατοικούν 1.700.000 άνθρωποι. Τεράστιος αριθμός; Δε νομίζω…
Εγώ στη Σαρδηνία δεν ήθελα να πάω. Μου βρωμούσε η υπόθεση από μακριά, χωρίς να πολυέχω ερευνήσει το θέμα. Τί ήθελα; Να πάω για το τριήμερο του Αγίου Πνεύματος στην Τήλο και μάλιστα με αντροπαρέα. Θα έπαιρνα και το ποδήλατο μαζί. Και πάνω που όλα σχεδόν ήταν κανονισμένα, τσουυυυπ, εις εκ των δύο ανδρών μας άφησε σύξυλους…Αρσενική συνέπεια λέγεται αυτό, νομίζω…
Ως εκ τούτου, είτε θα έμενα στη Ρόδο είτε θα ακολουθούσα την αδερφή μου στη Σαρδηνία. Τα περιθώρια στένεψαν απειλητικά για μένα όταν μία από τους συνταξιδιώτες της Λουκίας ακύρωσε το εισιτήριο της και καλό θα ήταν να μην πάει χαμένο, αλλά να μεταβιβαστεί στη μεγαλειότητά μου.
Το Cagliari από ψηλά |
Έτσι, μαζί με τους 9 (παραφράζοντας τον Καββαδία που μου έκανε παρέα στο ταξίδι) ανηφορίσαμε προς Κάλιαρι απευθείας από Ρόδο, με ένα από τα λεωφορεία αέρος της Ryanair και μάλιστα με Έλληνα πιλότο, το Χρήστο.
Το αεροδρόμιο του Κάλιαρι μεγάλο, καινούργιο, και όχι μακριά από το κέντρο. Παραλάβαμε το βανάκι, δώσαμε κάτι παραπάνω για το gps, προσδεθήκαμε και με οδηγό την «Ανεζούλα» σε δέκαπέντε λεπτά είχαμε φτάσει στο ξενοδοχείο. Μη νομίζετε ότι η Ανεζούλα ήταν πάντα τόσο καλή μαζί μας. Όχι, πολλές φορές μας έκανε άσκοπα κύκλους, άλλες πάλι αν δε βλέπαμε τις πινακίδες θα είχαμε φτάσει σ’άλλη γη σ’αλλα μέρη…
Με τη διάθεση στο ζενίθ μέσα σε μία ώρα, έχοντας περάσει τη λιμνοθάλασσα με τα φλαμίνγκος, περπατούσαμε στο κέντρο του Κάλιαρι με τα αψιδωτά, κακοσυντηρημένα κτήρια. Είδαμε τον καθεδρικό ναό της Σάντα Μαρία, τον Πύργο του Ελέφαντα, την Πύλη των Λεόντων και θαυμάσαμε τα «περίφημα γραφικά δρομάκια» της πόλης, που φαίνεται να μην έχει συμπορευτεί με το χρόνο που πέρασε από πάνω της. Κατεβήκαμε προς τη θάλασσα κάνοντας στάση για εξαιρετικό εσπρέσο ντεκαφεϊνάτο στο πόδι. Βολτάραμε για λίγο στο λιμάνι (αν έχετε πάει Πάτρα είναι σαν να το έχετε δει λάιβ) ψάχνοντας να βρούμε καμιά ντόπια φάτσα για να δούμε, αλλά τίποτα. Ούτε τουρίστες είδαμε. Είδαμε όμως ένα από τα όμορφα μαγαζάκια που πουλάνε παραδοσιακά προϊόντα όπως τυρί πεκορίνο πολλών ειδών, λουκάνικα, μαντολάτο, αβγοτάραχο, μέλι, λικέρ μύρτο, λεπτές φέτες γαλέτας από σιμιγδάλι. Δοκιμάσαμε κάποια από αυτά, πήραμε τα κομπλιμέντα του υπαλλήλου και φύγαμε.
Τοπικό είδος ψωμιού από σιμιγδάλι που μαγειρεύεται ως 'πάνε φρατάου' |
Το μαλακό νουγκά, τοπικό παραδοσιακό γλυκό |
Σαλάμια, αβγοτάραχα και άλλες αμαρτίες |
Η λιμνοθάλασσα |
Έχοντας χορτάσει το Κάλιαρι, μπήκαμε στο Renault και πήραμε τους δρόμους για τη μικρή πόλη Pula, που μας υπέδειξαν κάποιοι ντόπιοι ως σημείο αναφοράς. Καθίσαμε για crodino και bitter στην άδεια πλατεία-σημειώστε ότι είμαστε ήδη στον Ιούνιο- κοντοσταθήκαμε στα ελάχιστα ανοιχτά μαγαζάκια, ώσπου -ω! τι χαρά- βρήκαμε το πρώτο σούπερ μάρκετ για επίσκεψη. Γιατί, γίνεται ταξίδι χωρίς σούπερ μάρκετ; Ποτέ! Ένα έχω να σας πω. Σε δυόμιση μέρες στη Σαρδηνία πήγαμε σε 4 σουπερ μάρκετ και το απολαύσαμε, έφτασε να έχουν γίνει οι διέξοδοι ψυχαγωγίας μας…
Το Renault 9 |
Στην πλατεία της Pula |
Και φτάνουμε στο δείπνο της πρώτης μέρας, κατόπιν προτάσεως του ρεσεψιονίστ πήγαμε στο Antiqua Hosteria, ένα πολύ προσεγμένο και ελαφρώς κυριλέ μέρος με ασημένια σουπλά και μαχαιροπίρουνα, σεμεδάκια και πολλά ποτήρια στο τραπέζι. Μας έφεραν ποικιλίες από ορεκτικά και πρώτα πιάτα, που περιλάμβαναν: μπρεζάολα με ρόκα-παρμεζάνα, ομελέτα με κρεμμύδι και σπαράγγια, πίτα με αγκινάρες και μανιτάρια, κεφτεδάκια με πατάτα, κροκέτες κολοκυθιού με σαφράν (παίζει πολύ το σαφράν στη Σαρδηνία, μέχρι και σε παγωτό το έχουν!) και δύο είδη μακαρονιών. Ταλιατέλες με σάλτσα ντομάτας και Malloreddus, μικρό μακαρονάκι από σιμιγδάλι μαγειρεμένο με κόκκινη σάλτσα, λουκάνικο και σαφράν. Ευτυχώς δε χρειάστηκε να περάσουμε στα κυρίως πιάτα (γιατί ο λογαριασμός ήταν ήδη πιασάτος) για να καταλήξουμε στα επιδόρπια που, αν και φαίνονταν λαχταριστά επί της ουσίας ήταν άκρως απαράδεκτα. Απολογισμός: πολλά ευρώ για το τίποτα. Μας έπιασαν κότσους, που λεν και στο χωριό.
Στα αριστερά το Malloreddus |
Η ψυχρολουσία του Κάλιαρι δε μας πτόησε, η ελπίδα πεθαίνει τελευταία άλλωστε, γι’ αυτό μεταφέραμε τις ελπίδες μας στην εκδρομή της επόμενης μέρας. Το πλάνο έλεγε ότι τελικός μας προορισμός θα ήταν το Αλγκέρο, στα βορειοδυτικά. Μεγάλη διαδρομή που θα μπορούσαμε να κάνουμε εύκολα από τον αυτοκινητόδρομο, αλλά όοοχι, εμείς θέλαμε να δούμε φύση, τοπίο και χωριά, γι’ αυτό πήραμε τον εσωτερικό δρόμο, αυτόν με τις στροφές-ευτυχώς συναντήσαμε και μερικούς καλογυμνασμένους ποδηλάτες. Για να φτάσουμε εκεί περάσαμε από τα «φημισμένες» πόλεις Οριστάνο και Μπόζα. Τόσο το Οριστάνο όσο και η Μπόζα ήταν το ίδιο αδιάφορες όσο και οτιδήποτε άλλο είδαμε στη Σαρδηνία. Για να αποκτήσετε μία πληρέστερη εικόνα, φανταστείτε ότι το τοπίο είναι άκρως μεσογειακό με συκιές, φραγκοσυκιές, σιτηρά, αλλά όχι τόσο ωραίο όσο το δικό μας, δάση δεν υπάρχουν, ούτε πολλές πολλές παραλίες. Τα χωριά και οι πόλεις είναι το ένα αντιγραφή του άλλου, χωρίς ιδιαίτερο χρώμα, πολλές φορές κακοσυντηρημένα και, βέβαια, νεκρά από κόσμο. Πού κρύβεται αυτό το 1.700.000 του πληθυσμού; Πού βρίσκονται οι τουρίστες πλην ημών;
Στο Οριστιάνο |
Οριστιάνο |
Οριστιάνο |
Και φτάνουμε στο Αλγκέρο, επιτέλους, ένα μέρος με λίγη κίνηση παραπάνω. Με τη μαρίνα του, τα σκάφη του, σαν τη μαρίνα της Ζέας. Εντάξει, εδώ έχει και μερικούς φοίνικες. Μέχρι εκεί. Δεν κινηθήκαμε στη νέα αλλά στην παλιά πόλη, ομολογώ ότι ήταν όμορφη, πιο δραστήρια, πιο θελκτική. Αν και πρόκειται για άκρως τουριστικό μέρος τα μαγαζιά ήταν κλειστά το μεσημέρι μέχρι τις 5 το απόγευμα. Εντύπωση μας έκαναν τα πολλά μαγαζιά αθλητικών ειδών κάθε είδους. Στο Αλγκέρο, όπου οι πινακίδες είναι γραμμένες τόσο στα ιταλικά όσο και στα καταλανικά, ήπια τον χειρότερο φρέντο καπουτσίνο της ζωής μου (για την ακρίβεια τον έστειλα πίσω) και έφαγα μια συμπαθητική μαργαρίτα στο χέρι με πολύ ωραίο ζυμαράκι.
Η μαρίνα του Αλγκέρο |
Ένα...LemonBar! |
Δρομάκι στην παλιά πόλη |
Η φαντασία των Ιταλών καλπάζουσα, δείτε το εξωτερικό ενός καταστήματος και στεφτείτε τι μπορεί να πουλάνε μέσα
...καραμέλες! Πανάκριβες και άγευστες.
Δείτε τώρα και το εσωτερικό ενός άλλου καταστήματος με ρούχα, όπου δεσπόζει αυτό το υπέροχο πιάνο του προηγούμενου αιώνα.
Νουγκά στο χέρι |
Όλοι οι δρόμοι οδηγούν στο Conad |
Στην επιστροφή από το Αλγκέρο, από τον αυτοκινητόδρομο αυτή τη φορά, συναντήσαμε μια από τις κλασικές, ρομαντικές ομορφιές της Ιταλίας, που ήταν σκηνή από τον ιταλικό κινηματογράφο.
H πλήξη δημιουργεί |
Μερικά χιλιόμετρα πριν φτάσουμε στο Κάλιαρι κάναμε παράκαμψη στο Σαν Σπεράτε, «γνωστό» για τις σατιρικού, πολιτικού και κοινωνικού περιεχομένου τοιχογραφίες που κοσμούν τα κτήρια. Προφανώς οι τοιχογραφίες αυτές προέκυψαν από την ανάκγκη για να διαφημιστεί το συγκεκριμένο χωριό, διαφορετικά άνθρωπος δε θα πατούσε το πόδι του εκεί. Πάντως, αν ποτέ πάτε προς Σαρδηνία και να το παραλείψετε από το πρόγραμμά σας, δε θα χάσετε κάτι το φοβερό.
Μέρα δεύτερη, ώρα για φαγητό στο Κάλιαρι, στο La Pirata, που προσφέρει τοπική κουζίνα σε κομσί κομσά τιμές και περιορισμένες μερίδες. Η μοσχαρίσια μπριζόλα που δοκίμασα ήταν σωστά ελαφρά ψημένη, νόστιμη αλλά είχε αρκετά νεύρα. Η σπεσιαλιτέ τους, μπριζόλα από άλογο δε μου κέντρισε το γαστρονομικό ενδιαφέρον. Ζουμερό φαγητάκι με έντονη γεύση σαφράν ήταν το πάνε φρατάου, φτιαγμένο από λεπτές φέτες ψωμιού μουλιασμένες σε ζωμό με σάλτσα ντομάτας και ένα αβγό ποσέ από πάνω.
Οι άλλοι δοκίμασαν και αγριογούρουνο μαγειρευτό στην κατσαρόλα, ίσως μπορούν ως δοκιμαστές να σχολιάσουν σχετικά. Εγώ αδυνατώ.
Μπύρα Σαρδηνίας, γευστική και ελαφριά |
Ήμασταν μόνο 34 ώρες στη Σαρδηνία και τα είχαμε δει όλα. Κυριολεκτικά και μεταφορικά. Το πρόβλημα ήταν ότι μας έμενε άλλη μία γεμάτη μέρα την οποία θα έπρεπε κάπως να γεμίσουμε. Εξουθενωμένοι κυρίως από απογοήτευση και δευτερευόντως από κούραση, κάποιοι παράτησαν την προσπάθεια αναζήτησης του κάλλους του νησιού και αποφάσισαν να περάσουν την Κυριακή στην κοσμοπολίτικη παραλία Poetto, κοντά στο Κάλιαρι. Εδώ δηλαδή.
Η παραλία είναι οργανωμένη και ακριβή (18 ευρώ για την ομπρέλα), με ωραία γκριζοχρυσαφένια άμμο-εγώ θέλω βότσαλο βέβαια-και ρηχή. Μισώ τις ρηχές θάλασσες όπου πρέπει να περπατάς κανένα χιλιόμετρο μέχρι να βαθύνουν τα νερά. Το νερό στο Ποέτο ήταν βρώμικο, απεφάνθη ο ειδικός επιστήμων της παρέας, γι’αυτό και δε βούτηξαν ούτε οι υπόλοιποι, παραμόνο οι δύο που έμειναν να τσουρουφλίζονται για πέντε ώρες από τον Ιταλικό ήλιο.
Σε αυτές τις πέντε ώρες οι υπόλοιποι εφτά κάναμε την απέλπιδα προσπάθεια να πάμε στο νησί Σαντ’ Αντιόκο που συνδέεται με τη Σαρδηνία με γέφυρα και το οποίο θεωρείται must για επίσκεψη. Στα 110 χιλιόμετρα δυτικά του Κάλιαρι, μεσημέρι, μοναδικοί επισκέπτες του νησιού, το οποίο διατηρεί έναν ενδιαφέροντα χαρακτήρα-έχει και υδροβιότοπο που βρωμοκοπά λόγω ευτροφισμού-αρχίσαμε μάταια να ψάχνουμε πού θα μπορούσαμε να πιούμε ένα κροντινάκι για να πάει κάτω η πίκρα και να ξεχαστουν τα άδικα χιλιόμετρα που κάναμε. Ας μου λύσει κάποιος την απορία: πώς γίνεται σε ένα τουριστικό μέρος να μην υπάρχουν τουρίστες Ιούνιο μήνα, να υπάρχουν αρκετά αυτοκίνητα ντόπιων αλλά οι οδηγοί τους να είναι άφαντοι; Ο ευρών την απάντηση θα αμοιφθεί!
Φεύγοντας από τη νεκρική σιγή του Σαντ’ Αντιόκο, λίγο έξω από το νησί, στο πουθενά, έκπληκτοι είδαμε σε μία παραγκοκατασκευή πολλά αυτοκίνητα μαζεμένα. ‘Τραπέζι γάμου’ σκεφτήκαμε και σταματήσαμε για να δούμε κόσμο, επιτέλους. Τελικά δεν ήταν τραπέζι γάμου, ήταν εστιατόριο το οποίο πρόσφερε μόνο συγκεκριμένο θαλασσινό μενού με 22 ευρώ: μύδια αχνιστά, μακαρονάδες με αχιβάδα και κόκκινη σάλτσα γαρίδας, τηγανιτά καλαμαράκια και μικρά ψαράκια και ποικιλία ψητών ψαριών. Στην τιμή περιλαμβανόταν το κρασί και ο καφές. Οι υπόλοιποι έγλυφαν τα δάχτυλά τους, εγώ έμεινα να τους κοιτάζω σαν τιμωρημένη, αφού όχι μόνο δεν άγγιξα τίποτα αλλά έπρεπε να υπομείνω και την ενοχλητική για μένα μυρωδιά των μαγειρεμένων ψαριών.
Επιστρέψαμε στο Κάλιαρι, φάγαμε ένα τέλειο παγωτό στη τζελατερία που εξ αρχής μού είχε γυαλισει περνώντας με το αυτοκίνητο και μετά από ένα δίωρο στρογγυλοκαθήσαμε για το τελευταίο και καλύτερο δείπνο μας στο Su Combidou.
Και εδώ παίξαμε με τα προσφερόμενα μενού. Ψωμί τηγανιτό, ποικιλία κρύων ορεκτικών, πιατέλα με αλλαντικά και τυριά, πατσάς κοκκινιστός (δε μου άρεσε), καταπληκτικά γκουρμέ σαλιγκάρια τηγανισμένα με φρυγανιά, Malloreddus, Κολουριόνες (Culurgiones) δηλαδή γεμιστά ζυμαρικά με τυρί, πουρέ πατάτας και δυόσμο, μαλακό και μυρωδάτο μοσχάρι βραστό, ζουμερό και πεντανόστιμο χοιρινό ψητό-ειδικεύονται σε αυτό οι Σαρδηνοί. Γενικά η κουζίνα του νότου δεν έχει καμία σχέση με αυτή του βορρά που είναι εξευρωπαϊσμένη. Για παράδειγμα, πουθενά δε μαγειρεύουν καρμπονάρα! Τοπικά γλυκά είναι μεταξύ άλλων η αραντσάτα, φλούδες πορτοκαλιού με μέλι & καρύδια, τα κρητικού τύπου λυχναράκια παρντούλας με ρικότα και ξύσμα λεμονιού, το νουγκά και τα σος γκουέλφος, κεράσματα από πάστα αμυγδάλου.
Πατσάς |
Μαλλορεντους και Κουλλουργκιονες |
Συνοδευτικά του κρέατος |
Σκασμένοι από το φαγητό και χαρούμενοι που σε μερικές ώρες θα ήμασταν back to the paradise τακτοποιήσαμε τα τελευταία πράγματα στις αποσκευές και πρωί πρωί πήραμε το αεροπλάνο της επιστροφής.
Αν απορείτε με τι παραγέμισα τη χειραποσκευή μου από την τετραπλή επίσκεψη στο Conad της γειτονιάς μας, σας ενημερώνω ότι αυτή τη φορά ήμουν αναγκασμένη να κάνω πολύ περιορισμένα ψώνια, μιας και στα δέκα κιλά χειραποσκευής δε χωράνε και πολλά πράγματα: ψωμί για τραμετζίνι (μαλακό ψωμί τοστ χωρίς κόρα), μινιατούρες λικέρ μύρτο για τους φίλους, καταπληκτικές γκοφρέτες Loacker (αν τις δείτε σε κανένα σουπερ μάρκετ εδώ δοκιμάστε τες απαραιτήτως), προσούτο, μπρεζάολα, τυρί πεκορίνο και δημητριακά με σοκολάτα. Αν και ακούγονται πολλά δεν είναι, φρόντιζα οι συσκευασίες να είναι μικρές και ελαφριές.
Τελικά τι θα μου λείψει από το ταξίδι στη Σαρδηνία; Η πολύ καλή παρέα, τα καυστικά, ξεκαρδιστικά σχόλια για το μέρος, το υστερικό γέλιο για το σε ποιον ανήκουν τα πέντε ευρώ από το φουλάρισμα του Ρενό.
Λουκία, Αντώνη, Νιλ, Μαρία, Μένη, Έλενα, Έλενα και Αντώνη χαίρομαι που πέρασα μαζί σας αυτές τις δυόμιση μέρες. Σας αφιερώνω αυτό το μακροσκελές ποστ, πού όπως θα μου γράψει ο Γαβριήλ θα έπρεπε να χωρίσω σε 2-3 διαφορετικές αναρτήσεις, αλλά όχι, δε θα αφιερώσω τόσο πολύ μπλογκοχώρο σε αυτό το ταξίδι!!
Α Ρ Ν Ο Υ Μ Α Ι !!!!
Τα 5/9 |
χαχα!
ΑπάντησηΔιαγραφήαρχιζουμε και ...παραγνωριζομαστε βλεπω ε;;
ναι, εγω αυτην την αναρτηση θα την εκανα "ενοτητα" και θα τελειωνα με το γνωστό
"ἕπεται συνέχεια..."
αλλά ποιός με ακούει εμένα;; ουδείς.
να ενα μερος που μού άνοιξες την όρεξη να παω -κι ας ειναι Ιταλια...-
Γαβριηλάκιον, αν με την ανάρτησή μου σε έπεισα να πας στη Σαρδηνία τότε είναι πολύ αποτυχημένη. Ο σκοπός μου ήταν ακριβώς το αντίθετο!!!
ΑπάντησηΔιαγραφήκοιτα, να φυγω απο τη Ροδο για να βρω καλη θαλασσα -δεν θα το εκανα ποτε μου!
ΑπάντησηΔιαγραφήγια τα θαλασσινα, και εγω δεν τ'αντεχω, οποτε παλι δεν θα εφευγα γι αυτο.
ομως οι φωτογραφιες σου απο κει, εμενα μου αρεσαν παρα πολυ και σαν να μου λεει οτι τελικα η Σαρδηνια μαλλον για ανοιξη ή ακομα για φθινόπωρο μια χαρα θα μου'ρχοταν πλακα πλακα..
και επαναλαμβανω : κι ας ειναι Ιταλια..
Είναι αλήθεια ότι το κείμενο και οι φωτογραφίες δε λένε τα ίδια πράγματα... Αν κάποιος διάβαζε μόνο το κείμενο ούτε που θα σκεφτόταν να πάει εκεί... Αν κάποιος έβλεπε μόνο τις φωτογραφίες θα έψαχνε για πράκτορα! Εγώ διάβασα το κείμενο και είδα τις φωτογραφίες και είμαι έτσι κι έτσι... Πάντως δε θα σε καταγγείλλω στο υπουργείο τουρισμού της Ιταλίας!
ΑπάντησηΔιαγραφήΠρέπει να έχω μεγάλο ταλέντο στη φωτογραφία για να έχουν καταφέρει να παρουσιάσουν τόσο όμορφα το μέρος. Χαραμίζομαι αλλού κι αλλού, τελικά. Ευτυχώς, όμως, που έχω άλλους 8 οι οποίοι μπορούν ΟΜΟΦΩΝΑ να επιβεβαιώσουν τα γραφόμενά μου.
ΑπάντησηΔιαγραφήΜου άρεσε πάρα πολύ αυτό το ποστ! Οι φωτογραφίες ήταν όντως υπέροχες. Μου άρεσε η κριτική σου, και παρ'όλο που δεν είχα σκοπό να επισκεφτώ την Σαρδηνία, τώρα δεν θα το σκεφτόμουν καν.
ΑπάντησηΔιαγραφήΓια μένα το φαγητό παίζει πολύ μεγάλο ρόλο, και άμα πάω κάπου όπου δεν μπορώ να απολαύσω αυτό που τρώω, είμαι μέσα στα νεύρα. Ίσως σε μερικά χρόνια να είναι καλύτερος προορισμός για διακοπές.
Προς το παρόν έχω άλλες προτεραιότητες, με πρώτη το ταξίδι μου στην Βιέννη, στις αρχές του άλλου μήνα. Ελπίζω να περάσω καλα, και να μου αρέσουν τα φαγητά γιατί αλλιώς δεν ξέρω κατά πόσο θα συμπαθήσω το μέρος...χιχιχι. .. :)
Η Βιέννη είναι πολύ όμορφη. Καλά κάνεις και δεν πας χειμώνα, μέσα στο κρύο. Οπωσδήποτε να δοκιμάσεις τα σνίτσελ των Αυστριακών, είναι τόσο λεπτά και ζουμερά! Και φυσικά, αν σε παίρνει ο χρόνος, πήγαινε να δεις το Salzburg. Είναι ένα ποίημα!!Ελπίζω να δούμε σχετική αναφορά στο μπλογκ σου, ε;
ΑπάντησηΔιαγραφήΚαλό ταξίδι αν δεν τα πούμε μέχρι τότε!
Στήνοντας αυτό εδώ το μπλογκ δε φαντάστηκα ότι θα χρειαζόταν κάποια στιγμή να "μαρκάρω" ως ανεπιθύμητο κάποιο σχόλιο και να το διαγράψω. Δυστυχώς κάτι τέτοιο αναγκάστηκα να κάνω πριν λίγο, όχι γιατί δεν αποδέχομαι τον αντίλογο ή κάποια αρνητική κριτική για τα γραφόμενά μου, αλλά γιατί δεν ανέχομαι κακεντρεχή, προσβλητικού χαρακτήρα σχόλια ανώνυμων που θίγουν άμεσα την προσωπικότητά μου, το μπλογκ και έμμεσα τους αναγνώστες του.
ΑπάντησηΔιαγραφήΗ άποψη του καθενός είναι σεβαστή, εφόσον εντάσσεται σε πλαίσιο αξιοπρέπειας και σεβασμού προς κάθε αναγνώστη.
Σχετικά με τη Σαρδηνία: στο Μπέργκαμο επισκέφθηκα το σπίτι μιας κοπέλας από τη Σαρδηνία. Είχε ένα ημερολόγιο του 2011 με καταπληκτικές φωτογραφίες από παραλίες και τα ονόματά τους (πχ Ghia, αν θυμάμαι καλά). Μου εξήγησε ότι την αληθινή,όμορφη Σαρδηνία τη βλέπεις μόνο αν στην (υπο)δείξει ντόπιος, γιατί κάποια πολύ όμορφα μέρη δεν υπάρχουν πινακίδες κτλ. Οι παραλίες που είδα με μάγεψαν,πάντως...Κατακάθαρες και καταπράσινα νερά,χωρίς ομπρέλες και συνωστισμό. Νατάσσα
ΑπάντησηΔιαγραφή